Τι είναι οι ενοχές και πώς μπορώ να τις αντιμετωπίσω;
Τι είναι οι ενοχές;
Ενοχή είναι το συναίσθημα που νιώθουμε όταν κάνουμε κάτι το οποίο έρχεται σε σύγκρουση με το σύστημα αξιών μας και τις απόψεις μας περί αδικίας και για το οποίο θεωρούμε ότι φέρουμε την αποκλειστική ευθύνη.
Οι άνθρωποι από την αρχή της ζωής μας εντασσόμαστε σε ομάδες (π.χ. οικογένεια, παρέα) και είναι σημαντικό να μπορούμε να λαμβάνουμε υπόψη μας τα όρια, τις ανάγκες και τις επιθυμίες των άλλων μελών της ομάδας καθώς η συμπεριφορά του ενός επηρεάζει τον άλλον. Το αίσθημα της ηθικής που αναπτύσσουμε οι άνθρωποι από την παιδική μας ηλικία μας προειδοποιεί για το ενδεχόμενο να βλάψουμε κάποιον μέσα από τη βίωση ενοχών. Οι ενοχές, λοιπόν, είναι ένα συναίσθημα με προσαρμοστική, καταρχάς, αξία. Μας επιτρέπει να προσαρμοζόμαστε και να εντασσόμαστε στο σύνολο και να μαθαίνουμε να ζούμε σε σχέση με τους άλλους γύρω μας. Έτσι, όταν κάνουμε κάποιο λάθος ή όταν θεωρούμε ότι βλάψαμε κάποιον, βιώνουμε ενοχές και τότε μετανιώνουμε, αναγνωρίζουμε το λάθος μας και μπορούμε να το διορθώσουμε αλλάζοντας τη συμπεριφορά μας.
Πότε οι ενοχές παύουν να μας είναι χρήσιμες;
Πολύ συχνά ωστόσο οι ενοχές παύουν να υπηρετούν τον προσαρμοστικό τους σκοπό και γίνονται κυρίαρχο συναίσθημα στη ζωή μας που μας καταδιώκει. Αυτό συμβαίνει όταν το ότι κάνουμε κάτι που δεν θα έπρεπε ή που δεν εγκρίνουν οι άλλοι ή το ότι αποτύχαμε σε κάτι μας οδηγεί σε συμπεράσματα για τον εαυτό μας. Η παγίδα σε αυτό, δηλαδή, είναι ότι ταυτίζουμε τον εαυτό μας με αυτό που κάνουμε ή δεν κάνουμε και οδηγούμαστε σε εσφαλμένα συμπεράσματα για την προσωπική μας αξία.
Δημιουργείται έτσι ένας φαύλος κύκλος:
Έκανα λάθος/Απέτυχα -> Δεν αξίζω/Είμαι ανεπαρκής, αποτυχημένος -> Ενοχές.
Οι ενοχές μας –με τη σειρά τους- μας οδηγούν σε καταστροφικές συμπεριφορές (π.χ. αποφεύγουμε καταστάσεις, αναβάλλουμε πράγματα) με αποτέλεσμα να εγκλωβιζόμαστε τελικά σε κάποιες καταστάσεις.
Όταν, λοιπόν, συγχέουμε τα λάθη μας, τις αποτυχίες μας με την αξία μας τότε συχνά οδηγούμαστε σε αρνητικά συμπεράσματα για τον εαυτό μας (π.χ. ότι είμαστε ανεπαρκείς, ανάξιοι) και τιμωρούμε αυστηρά τον εαυτό μας για αυτό.
Πότε ένας άνθρωπος γίνεται «ενοχικός»;
Όταν νιώθει υπερβολικά υπεύθυνος για τα πάντα και συνεχώς προσπαθεί να κάνει το σωστό. Μπορεί να δουλεύει περισσότερες ώρες από αυτές που αντέχει και αμείβεται, μπορεί να είναι υπερβολικά και πάντα διαθέσιμος σε φίλους που έχουν μια ανάγκη ή χρειάζονται βοήθεια. Συνήθως είναι σε εγρήγορση για να μην δυσαρεστήσει κανέναν και σε πολλές περιπτώσεις καταλαμβάνεται από αίσθημα έντονου φόβου όταν χρειάζεται να εκδηλώσει τα συναισθήματα και τις σκέψεις του. Φοβάται να είναι ο εαυτός του και γι’ αυτό προτιμά να σωπαίνει ή να απέχει. Συμφωνεί σχεδόν πάντα με τις προτιμήσεις και τα λεγόμενα των άλλων και αποφεύγει να παίρνει πρωτοβουλίες. Το μεγαλύτερο πρόβλημα των ενοχικών ανθρώπων είναι η ευκολία με την οποία ανταποκρίνονται στις προθέσεις ή ακόμα και στα «παιχνίδια» των άλλων. Τέτοιου είδους συμπεριφορές όμως συντηρούν την αρνητική εικόνα που έχει το άτομο για τον εαυτό του με αποτέλεσμα να δημιουργείται μια κατάσταση που τον βλάπτει σοβαρά και του είναι δυσβάστακτη. Συνήθως, οι ενοχικές σκέψεις εκλύονται από κάποιο δυσάρεστο ή αρνητικό γεγονός. Προϋποθέτουν, όμως, ένα σχήμα ενοχικού τρόπου σκέψης που ήδη διαθέτει το άτομο και το οποίο διαμορφώθηκε στην πορεία της ζωής του.
Πώς μαθαίνουμε να είμαστε «ενοχικοί»;
Η οικογένεια, οι φίλοι, η κοινωνία και η θρησκεία συνειδητά ή ασυνείδητα μας εκπαιδεύουν να νιώθουμε ένοχοι για συγκεκριμένους τρόπους σκέψης ή συμπεριφοράς. Για παράδειγμα, ως παιδιά μας υπενθύμιζαν συνεχώς την κακή μας συμπεριφορά και όταν κάναμε κάτι λάθος, οι γονείς ή οι δάσκαλοι μας έλεγαν πόσο τους απογοητεύσαμε. Ο σκοπός αυτής της ενοχής που επιβαλλόταν από το εξωτερικό περιβάλλον ήταν να αλλάξει τη συμπεριφορά μας. Όταν νιώθαμε αρκετά ένοχοι τότε κάναμε αυτό που μας ζητούσε ο γονιός ή ο δάσκαλος, ώστε να ξεφύγουμε από την ενοχή και να κερδίσουμε πάλι την έγκρισή τους. Το αποτέλεσμα αυτού ωστόσο, είναι ότι με το χρόνο, «ρυθμιζόμαστε» τελικά έτσι ώστε να αναζητούμε την έγκριση των άλλων για όσα λέμε και κάνουμε. Αυτό μας κάνει να νιώθουμε ότι προκειμένου να έχουμε την έγκριση των άλλων, πρέπει να κάνουμε πράγματα που εκείνοι τα εγκρίνουν ώστε να εγκρίνουν εμάς τους ίδιους. Για παράδειγμα, έχετε ποτέ αγοράσει ένα ρούχο ή κάποιο αντικείμενο και σας απασχολεί τι θα σκεφτούν οι άλλοι όταν σας δουν μ’ αυτό; Αν ναι, τότε η συμπεριφορά σας (αυτό που αποφασίσατε να αγοράσετε) επηρεάστηκε από την ανάγκη σας για εξωτερική έγκριση.
Πότε οι ενοχές γίνονται τοξικές για τη ζωή μας;
Όταν και ως ενήλικες αγωνιούμε και προσπαθούμε με κάθε τρόπο να κερδίσουμε την επιδοκιμασία των άλλων θεωρώντας ότι έτσι εξασφαλίζουμε την αποδοχή και την αγάπη τους με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να λειτουργήσουμε αυθόρμητα. Όταν, δηλαδή, νιώθουμε ενοχές για το ενδεχόμενο κάποια συμπεριφορά, επιλογή ή απόφασή μας να αποδοκιμαστεί ή να μην εγκριθεί από τους άλλους. Το αποτέλεσμα αυτής της σύγκρουσης είναι η βίωση ενοχών.
Πώς μπορώ να διακρίνω αν οι ενοχές μου είναι τοξικές ή όχι;
Οι ενοχές μας οδηγούν σε καταστροφικές συμπεριφορές (π.χ. αποφεύγουμε καταστάσεις, προσπαθούμε υπερβολικά, δουλεύουμε πάρα πολύ, διστάζουμε να πάρουμε αποφάσεις) και έχουν σοβαρές συνέπειες για την ψυχική και σωματική μας υγεία.
Για αυτό είναι σημαντικό να καταλάβουμε τη ρίζα των ενοχών μας και να ελέγξουμε αν έχουν ρεαλιστική βάση. Ένα απλό κριτήριο για να ξεχωρίσουμε τις χρήσιμες ενοχές από τις περιττές ενοχές είναι το εξής: Αν οι ενοχές έχουν να κάνουν με το ήθος μας, δηλαδή κατά πόσο είμαστε ή δεν είμαστε τίμιοι, εργατικοί, πιστοί στους άλλους κ.ο.κ., τότε μάλλον προέρχονται από την ηθική συνείδησή μας και είναι καλό να τις ακούμε. Αν όμως οι ενοχές έχουν να κάνουν με το αν ικανοποιήσαμε τις προσδοκίες των άλλων με τις επιλογές μας, δηλαδή τι θελήσαμε να σπουδάσουμε, ποιον άνθρωπο αγαπήσαμε, ποιο επάγγελμα διαλέξαμε, τότε μάλλον προέρχονται από τον φόβο μας μήπως δεν έχουμε την επιδοκιμασία των άλλων και είναι περιττές.
Π.χ. η σκέψη ότι αν αρνηθώ κάτι στο σύντροφό μου θα πάψει να με αγαπά θα μου προκαλέσει ενοχές. Χρειάζεται όμως αντί να αφεθώ απόλυτα στις ενοχές μου, να αναρωτηθώ αν αυτή η σκέψη ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Δηλαδή στην προκειμένη περίπτωση, ο σύντροφός μου με αγαπά επειδή του λέω πάντα ναι; Σκεφτείτε το.